Trikalascore

Βαγγέλης Παραπραστανίτης στη Sporday: «Με βάφτισε Τζόνι ο… Ταρζάν!»

Ο Φόντακας, το Φάντομ, το Βουνό, ο Νουρέγιεφ, ο Πρίγκιπας, ο Ράμπο, ο Κόναν, ο Νίντζα, ο Μπουλντόζας, ο Φονιάς…

Τα παρατσούκλια των παικτών στο ελληνικό ποδόσφαιρο συνθέτουν από μόνα τους ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της εγκυκλοπαίδειας της Α’ Εθνικής. Υπάρχει, όμως, και ένα κάπως ιδιαίτερο καθώς τα περισσότερα δίνονταν στους παίκτες λόγω κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους.

Ο Νίκος Σαργκάνης, για παράδειγμα ονομάστηκε «Φάντομ» εξαιτίας των πτήσεων του στον αξέχαστο θρίαμβο της εθνικής μας ομάδας επί της Δανίας. Ο Τάσος Μητρόπουλος απέκτησε το προσωνύμιο Ράμπο λόγω της ψυχής του και του τρόπου που έπαιρνε… παραμάζωμα τους αντιπάλους του με τον ίδιο τρόπο που ο Σιλβέστερ Σταλόνε «καθάριζε» τους δικούς του στις πολεμικές ταινίας του δικού του ήρωα!

Αλήθεια, τον Βαγγέλη Παραπραστανίτη γιατί τον έλεγαν όλοι… Τζόνι (ή Τζώννυ όπως αναφερόταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 με τον πιο πολύπλοκο τρόπο γραφής); Θυμάστε, αλήθεια,  τον χαρισματικό ακραίο αμυντικό της ΑΕΚ που στην πρώτη του εμφάνιση με τη φανέλα της «Ένωσης» στις 7 Σεπτεμβρίου του 1980 σε ένα 5-1 απέναντι στην Καβάλα στη Νέα Φιλαδέλφεια είχε αναγκάσει τον αείμνηστο Λουκά Μπάρλο να κατέβει από την εξέδρα των επισήμων και να τον αγκαλιάσει για την απόδοσή του;

Ο αξέχαστος «Τζόνι» του ελληνικού ποδοσφαίρου και της «Ένωσης» γυρνά το χρόνο πίσω 40 ολόκληρα χρόνια και έρχεται να μας αφηγηθεί το δικό του παραμύθι, κολλώντας το δικό του κιτρινόμαυρο χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr. 

Θέλω να ξεκινήσουμε τη συνέντευξή μας κάπως διαφορετικά. Γιατί ενώ σε όλα τα επίσημα αρχεία σε βρίσκω ως Βαγγέλη, όλοι σε φωνάζουν “Τζόνι”;

Γιατί μια θεία μου στο χωριό που γεννήθηκα, μου έλεγε ότι μοιάζω στον Τζόνι Βαϊσμίλερ, που τότε μεσουρανούσε και στον αθλητισμό, αλλά και στις ταινίες αργότερα στο ρόλο του Ταρζάν. Μου το έλεγε συνέχεια με αποτέλεσμα να μου μείνει. Μάλιστα μετά από τόσα χρόνια, υπάρχει κόσμος στο χωριό που επειδή με ακούει να με φωνάζουν “Τζόνι”, νομίζει ότι με λένε Γιάννη (γέλια).

Ποιο χωριό είναι αυτό λοιπόν, για να ξεκινήσουμε και τη συνέντευξή μας.

Είναι το Μουζάκι Καρδίτσας. Εκεί γεννήθηκα, αλλά μετά από τόσα χρόνια ζω στα Τρίκαλα με την οικογένειά μου.

Ο Βαγγέλης Παραπραστανίτης σε προπόνηση της ΑΕΚ το 1984 με προπονητή τον Αντώνη Γεωργιάδη.

Στο Μουζάκι λοιπόν πέρασες τα παιδικά σου χρόνια και εκεί έπαιξες ποδόσφαιρο;

Ναι εκεί. Μάλιστα είχαμε την τύχη να είμαστε μια φουρνιά καλώς παικτών, με αποτέλεσμα να επανασυσταθεί η ομάδα του χωριού μας. Η Πρόοδρος Μουζακίου που ήταν και η ομάδα που πρωτοέπαιξα ποδόσφαιρο. Η ομάδα αυτή, λόγω κάποιων γεγονότων που είχαν γίνει παλαιότερα, είχε διαλυθεί. Όμως, ένας τοπικός παράγοντας, ο Θωμάς Πολίτης, μόλις είδε ότι είχαμε μαζευτεί στο χωριό παιδιά με ταλέντο, προχώρησε στην επανασύστασή της, με αποτέλεσμα να μπορέσουμε να παίξουμε μπάλα.

Εκεί φαντάζομαι σας είδαν οι άνθρωποι των Τρικάλων και σας πήραν στην ομάδα.

Ναι εκεί. Μάλιστα αυτό έγινε το 1973 με αποτέλεσμα να περάσω στη συνέχεια μια 7ετία στα Τρίκαλα. Η ομάδα όταν πήγα είχε πέσει στην Β΄Εθνική και αγωνίζονταν στον Βόρειο όμιλο.

«Κάθε χρόνο με ζητούσε ο ΠΑΟΚ από τα Τρίκαλα, αλλά οι παράγοντες της ομάδας δεν ήθελαν να με δώσουν»

Καταφέρατε και διακριθήκατε στα Τρίκαλα.

Από τις πρώτες χρονιές κατάφερα να διακριθώ και δεν σου κρύβω ότι επειδή παίζαμε με ομάδες από τον Βορρά, με είχαν δει άνθρωποι του ΠΑΟΚ. Μάλιστα κάθε χρόνο ο ΠΑΟΚ με ζητούσε από τα Τρίκαλα, όμως οι παράγοντες της ομάδας δεν ήθελαν να με δώσουν.

Άλλες ομάδες δεν είχαν ενδιαφερθεί;

Είχαν ενδιαφερθεί και ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός, όμως η απάντηση ήταν ίδια.

Τελικά όμως ήρθε η ΑΕΚ και κάνατε τη μεταγραφή.

Εδώ στα Τρίκαλα υπήρχε και υπάρχει ένας από τους πρώτους και πιο ενεργούς συνδέσμους οπαδών της ΑΕΚ. Μάλιστα κι εγώ ασχολούμαι με αυτόν, μετά το ποδόσφαιρο. Αρκετοί οπαδοί της ΑΕΚ λοιπόν, είχαν μεταφέρει στην Αθήνα το μήνυμα για να έρθουν να με δουν οι άνθρωποί της. Τελικά τον χειμώνα του 1979 ήρθε ο Θανάσης Τσίτος, που ήταν ο γενικός αρχηγός και υπήρξε συμφωνία με την ΑΕΚ.

Ο Βαγγέλης Παραπραστανίτης σε προπόνηση της ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια τον Νοέμβριο του 1980.

Έγινε λοιπόν η μεταγραφή που θέλατε.

Έγινε αλλά με περιπέτεια για μένα. Αρχικά να σου πω ότι ουσιαστικά είχα πει πως αν δεν με αφήσουν τελικά να φύγω, θα σταματήσω το ποδόσφαιρο και θα πάω στον Καναδά. Εγώ είχα μιλήσει με την ΑΕΚ και τα Τρίκαλα θα έπαιρναν 5 εκατομμύρια δραχμές. Εγώ είχα συμφωνήσει να πάρω 500.000 δραχμές. Όταν ήρθε όμως η ώρα των υπογραφών, μου είπαν ότι δεν θα τα πάρω τα χρήματα, αλλά θα τα πάρουν τα Τρίκαλα και με έβαλαν να υπογράψω και χαρτί. Πήγαμε στην Αθήνα και εγώ την ώρα των υπογραφών ήμουν στεναχωρημένος. Τότε έκανε την παρέμβασή του ο μεγάλος, Λουκάς Μπάρλος.

«Όταν βρέθηκα στην ΑΕΚ ήταν σαν να είχα ένα φιατάκι και ξαφνικά να έπρεπε να οδηγήσω μια πόρσε. Καμία σχέση με ό,τι είχα ζήσει στο ποδόσφαιρο!»

Τι έκανε δηλαδή;

Ο Μπάρλος κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και όταν με ρώτησε και του είπα τι είχε γίνει, με καθησύχασε και μου ζήτησε απλά να παίξω τη μπάλα μου και “αυτός θα ήταν δίπλα μου”. Πραγματικά λοιπόν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, παίζαμε με την Καβάλα στη Νέα Φιλαδέλφεια. Εγώ πήγα εξαιρετικά σε εκείνο το παιχνίδι, με αποτέλεσμα στο τέλος του αγώνα να κατέβει ο Μπάρλος στα αποδυτήρια. Κράτησε την υπόσχεσή του και με το παραπάνω. Αντί για 500.000 μου έδωσε τελικά 700.000 δραχμές, σε μια εποχή που ένας δημόσιος υπάλληλος έπαιρνε 8.000 δραχμές το μήνα. Αυτός ήταν ο Μπάρλος!

Ποια ήταν η πρώτη σου εντύπωση όταν μπήκες στην οικογένεια της ΑΕΚ;

Ήταν σαν να είχα ένα φιατάκι και ξαφνικά να έπρεπε να οδηγήσω μια πόρσε. Καμία σχέση με ότι είχα ζήσει στο ποδόσφαιρο. Μπήκα σε μια ομάδα που ήταν απόλυτα οργανωμένη και επαγγελματική και ήταν μια πραγματική οικογένεια. Τι να σου πω; Εγώ για παράδειγμα για πρώτη φορά φόρεσα καινούργια ποδοσφαιρικά παπούτσια. Και κανονικά ποδοσφαιρικά. Μέχρι τότε στα Τρίκαλα παίζαμε ουσιαστικά με ότι βρίσκαμε.

Έζησες και την “εποχή του Μπάρλου”, αλλά και την “εποχή Ζαφειρόπουλου”.

Καμία σχέση η μια εποχή με την άλλη. Ο Μπάρλος ήταν αυτός που είχε την ΑΕΚ μεγάλη και όταν ήρθε ο Ζαφειρόπουλος, άρχισε να φθίνει η ΑΕΚ και να γίνεται μια μεσαία ομάδα. Από εκεί που παίρναμε πριμ για τετράδες αγώνων, ξαφνικά είχαμε απολαβές μιας μικρομεσαίας ομάδας και φυσικά όταν ήρθε ο Ζαφειρόπουλος, έπρεπε να φύγουν όλοι οι παίκτες της εποχής Μπάρλου.

Αναμνηστική φωτογραφία της ενδεκάδας της ΑΕΚ πριν από την έναρξη ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο, τον Σεπτέμβριο του 1981. Πάνω σειρά: Ραβούσης, Οικονομόπουλος, Τζιράκης, Παραπραστανίτης, Καραγκιοζόπουλος, Μπαλής. Κάτω σειρά: Θώδης, Δίντσικος, Μανωλάς, Γεωργαμλής, Μαύρος.

«Ο Ζαφειρόπουλος είχε δώσει εντολή να μην παίζουν στην ΑΕΚ οι παίκτες του Μπάρλου. Έτσι έφυγαν όλοι…»

Τι εννοείς;

Απλά τα πράγματα, ο Ζαφειρόπουλος είχε βάλει ανθρώπους που δεν ήξεραν από ποδόσφαιρο να διοικούν την ομάδα. Υπήρχε εντολή να μην παίζουν οι παίκτες του Μπάρλου και σιγά σιγά να φύγουν όλοι. Έτσι έφυγαν παιδιά όπως ο Βλάχος, ο Γεωργαμλής, ο Ραβούσης, που ήταν ΑΕΚτζήδες. Έτσι έφυγαν ουσιαστικά και ο Μπάγεβιτς και ο Μαύρος.

Με τον Μπάγεβιτς τι έγινε;

Ο Μπάγεβιτς είχε ένα περιστατικό σε παιχνίδι με τον Άρη. Να σου πω ότι ήταν ένας πραγματικός κύριος και φυσικά το ίδιο είναι και μετά από τόσα χρόνια. Σε εκείνο το παιχνίδι λοιπόν, ένας άλλος συμπαίκτης μας, είχε ένα επεισόδιο με τον Παντζιαρά. Ο διαιτητής τότε όμως θεώρησε ότι ο Μπάγεβιτς έφταιγε και τον τιμώρησε. Ο Ντούσαν κατάλαβε ότι η ΑΕΚ δεν τον προστάτεψε σε εκείνη την περίπτωση και ουσιαστικά ήταν τότε που πήρε την απόφαση για να φύγει.

Με τον Μαύρο ήταν διαφορετικά τα πράγματα.

Ο Μαύρος είχε παίξει μεγάλο ρόλο για να έρθει ο Αλέφαντος στην ΑΕΚ. Μάλιστα ο Αλέφαντος ήταν αυτός που τον έπαιρνε συνέχεια και τον “έγλυφε” για να μπορέσει να έρθει στην ΑΕΚ. Όταν λοιπόν ήρθε, ο πρώτος που προσπάθησε να “φάει” και τελικά τα κατάφερε ήταν ο Μαύρος. Και είδαμε όλοι τι έγινε. Ο Θωμάς πήγε στον Πανιώνιο και κατάφερε να βγει πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα.

Τρομερά πράγματα.

Σου είπα και πριν. Ουσιαστικά έπρεπε να φύγουν όλοι οι παίκτες του Μπάρλου. Από την άλλη πλευρά, ο Ζαφειρόπουλος δεν ήξερε να διοικήσει. Μας υποχρέωνε να φοράμε τα παπούτσια της εταιρείας του, τα οποία μετά το 60-70 του αγώνα ξεχείλωναν και ουσιαστικά δεν μπορούσες να παίξεις. Έβαζε ανθρώπους στην διοίκηση, όπως τον Αρκάδη, που ήταν ένας πραγματικός κύριος και τους άφηνε ξεκρέμαστους. Ούτε λεφτά, ούτε τίποτα για την ομάδα. Ή τον Παναγίδη, τον Κύπριο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μόνο προβλήματα στην ομάδα.

Από όμορφες στιγμές τι θυμάσαι;

Φυσικά το κύπελλο που πήραμε το 1982-83 στο ΟΑΚΑ με τον ΠΑΟΚ. Μάλιστα εκείνο ήταν και το τελευταίο παιχνίδι του Κούδα και ο ΠΑΟΚ είχε φανταστική ομάδα. Εμείς όμως είχαμε τον Βαγγέλη Βλάχο σε μεγάλη βραδιά και ουσιαστικά με την δική του απόδοση καταφέραμε και φτάσαμε στη νίκη με 2-0.

«Ο Φάντροκ απέκλεισε από την αποστολή αγώνα τον Αρδίζογλου επειδή… ροχάλιζε στο πούλμαν!»

Θέλω να μου πεις κάποια ιστορία με περιστατικό που να μην το ξέρει ο κόσμος.

Θα σου πω μια από την εποχή του Μπάρλου. Παίζαμε στη Δράμα, αλλά μείναμε στο ξενοδοχείο “Λούσι” στην Καβάλα. Προπονητής μας ήταν ο Φάντροκ, ο οποίος ήθελε να λειτουργεί η ομάδα άψογα. Μας έδινε από πριν το πρόγραμμα και ξέραμε ανά πάσα στιγμή τι έπρεπε να κάνουμε, πότε να κατεβούμε για την ομιλία, τα πάντα. Φύγαμε λοιπόν από την Καβάλα για τη Δράμα και στη διαδρομή ο Αρδίζογλου κοιμήθηκε. Επειδή ροχάλιζε τον κατάλαβε ο Φάντροκ και τον απέκλεισε από την αποστολή. Για εμάς ήταν καταστροφή, γιατί πήγαμε στη Δράμα με τρεις σερί νίκες και με 4η θα παίρναμε ένα τεράστιο πριμ. Επειδή έμεινε ο Αρδίζογλου εκτός, μείναμε στο 0-0 και χάσαμε το πριμ. Τόσο μεγάλος παίκτης ήταν ο Αρδίζογλου, που σου λέω ότι αν έπαιζε θα κερδίζαμε σίγουρα. Μακάρι να είχα δέκα μάτια να τον βλέπω ότι έπαιρνε τη μπάλα.

Τελικά δεν έμεινες και εσύ στην ΑΕΚ και έφυγες.

Είχαμε προπονητή τον Χάλαμα και προς τιμήν του ο άνθρωπος μου είχε πει ότι είχε εντολή από τη διοίκηση να μην με βάζει. Θα σου πω ότι κόντρα στην Ουίπεστ, είχα καταφέρει να παίξω, επειδή είχαμε πολλούς απόντες και μάλιστα ήμουν μέσα και στα δύο γκολ που βάλαμε. Όμως στη ρεβάνς ήμουν εκτός αποστολής. Στο ξαναλέω, έπρεπε να φύγουν οι παίκτες του Μπάρλου και ο Ζαφειρόπουλος έκανε μικρομεσαία ομάδα την ΑΕΚ και άρχισαν τα “πέτρινα χρόνια”.

«Ο Μελισσανίδης λειτουργεί όπως ο Μπάρλος»

Κλείνοντας τη συνέντευξή μας, θέλω να μου πεις και για την “Αγιά Σοφιά”.

Επιτέλους γυρίσαμε σπίτι μας και αυτό είναι έργο του Δημήτρη Μελισσανίδη, ο οποίος λειτουργεί όπως ο Μπάρλος. Ξέρει τι θέλει η ομάδα και κυρίως ξέρει πως να την προστατεύει. Θα σου πω μια ιστορία, για να καταλάβει τι σημαίνει έδρα. Σε ένα παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό με χτύπησε ο Ντουρονικολάε τόσο πολύ, που μου άφησε σημάδι από τις τάπες στο πόδι. Εγώ τον περίμενα στη ρεβάνς και του έκανα ένα τάκλιν όχι για κόκκινη απλά, αλλά για… αυτόφωρο. Τότε όμως εγώ πήγα απευθείας στο διαιτητή και του έδειχνα τα σημάδια από το πρώτο ματς, ενώ και ο κόσμος είχε κρεμαστεί στα κάγκελα, με αποτέλεσμα να μη δω ούτε κάρτα. Αυτό σημαίνει έδρα και αυτό βρήκε και πάλι η ΑΕΚ που μετά από 20-21 χρόνια επέστρεψε σπίτι της.

Πηγή:Sportday.gr

Related posts

Στον κατάλογο με τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού πολιτών η Π.Ε Τρικάλων– Ποιες περιοχές είναι «πρωταθλήτριες»

admin

Ο καθένας τη δουλειά του και ο Κλάντζος τα ψάρια του(PICS)

admin

Και το Φθινόπωρο είναι μαγευτικά στο cafe Εννοδία(PICS)

admin